Μη-HDL χοληστερίνη: ισχυρός & μακροπρόθεσμος δείκτης καρδιαγγειακού κινδύνου στα νέα άτομα

Τα νέα άτομα < 45 ετών, οι καπνιστές, οι υπέρβαροι με BMI > 25, με τριγλυκερίδια >200mg/dl, οι διαβητικοί ή οι επιβεβαρυμένοι με θετικό οικογενειακό ιστορικό διαβήτη και καρδιαγγειακής νόσου, θα έχουν πρόσθετο και μακροπρόθεσμο όφελος από την μέτρηση της Μη-HDL χοληστερίνης για την εκτίμηση του καρδιαγγειακού κινδύνου.

Η Μη-HDL χοληστερίνη υπολογίζεται εύκολα, αφαιρώντας από την τιμή της ολικής, την τιμή της HDL χοληστερίνης και περιλαμβάνει όλα τα αθηρογόνα σωματίδια που περιέχουν απολιποπρωτεΐνη Β-100: την VLDL, LDL, IDL, Lpa(α). Επομένως, δεν απαιτεί επιπλέον αιματολογική εξέταση, ενώ, λειτουργεί ως ένας ισχυρός, ανεξάρτητος, οικονομικός και εύχρηστος δείκτης εκτίμησης του καρδιαγγειακού κινδύνου.

Η πρώτη, μακροπρόθεσμη εκτίμηση του καρδιαγγειακού κινδύνου, στο επίπεδα των 30 ετών και όχι των 10 ετών, όπως γινόταν μέχρι τώρα, έγινε στην νέα έρευνα που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό The Lancet.

Η έρευνα: “Application of non-HDL cholesterol for population-based cardiovascular risk stratification: results from the Multinational Cardiovascular Risk Consortium”, στηρίχθηκε στα δεδομένα 44 προηγούμενων μελετών σε 398.846 άτομα, από 19 χώρες της Ευρώπης, της Αυστραλίας, της Β. Αμερικής, από το 1970-2013.

Η μέση ηλικία των συμμετεχόντων ήταν τα 51 χρόνια, με εύρος από 35-75 χρόνια.

Η συνολική διάρκεια παρακολούθησης ήταν τα 43,6 έτη και η μέση διάρκεια παρακολούθησης τα 13,5 έτη.

Μεταξύ των στόχων της μελέτης ήταν

  • η μακροπρόθεσμη εκτίμηση του καρδιαγγειακού κινδύνου εντός των 30 ετών, μέχρι το 75ο έτος ηλικίας, δηλαδή πάνω από τα 10 έτη πρόγνωσης που χρησιμοποιούνται με τα ισχύοντα δεδομένα.
  • την χρήση της Μη-HDL χοληστερίνης στην αξιολόγηση του καρδιαγγειακού κινδύνου μεγάλων πληθυσμιακών ομάδων, με βάση τα όρια των εξετάσεων και δοκιμασιών που ήδη χρησιμοποιούνται.
  • την επίδραση της έγκαιρης πρόληψης και θεραπευτικής παρέμβασης στην μακροπρόθεσμη μείωση του καρδιαγγειακού κινδύνου.

Συμπεράσματα της έρευνας

Στην έρευνα αναφέρεται ότι όσο μικρότερη είναι η ηλικία των ασθενών, δηλαδή < 45 ετών, και όσο μεγαλύτερη είναι η τιμή της Μη-HDL χοληστερίνης, > 130 mg/dl, τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου μέχρι την ηλικία των 75 ετών.

Ανάλογα με την τιμή της Μη-HDL χοληστερίνης αυξανόταν και ο καρδιαγγειακός κίνδυνος. Δηλαδή, από 12-43% στους άνδρες και από 6-24% στις γυναίκες, ανάλογα με την τιμή της Μη-HDL χοληστερίνης και σε σύγκριση με τον κίνδυνο των ατόμων που έχουν την τιμή αναφοράς, τα 130mg/dl.

Όταν μειωνόταν η τιμή της Μη-HDL χοληστερίνης κατά 30-50%, τότε παρατηρούνταν αντίστοιχη σημαντική μείωση του καρδιαγγειακού κινδύνου. Για παράδειγμα, στα άτομα με Μη-HDL χοληστερίνη μεταξύ 145-185 mg/dl, η μείωση της κατά 50%, οδηγούσε σε μείωση του κινδύνου: από το 16% στο 4% στις γυναίκες και από 29% στο 6% στους άνδρες.

Ο εκτιμώμενος κίνδυνος εμφάνισης καρδιαγγειακού επεισοδίου μέχρι τα 75 έτη, σε άτομα 35-70 ετών, όπως υπολογίστηκε στις 2 ακραίες ομάδες, με τιμές Μη-HDL χοληστερίνης <100 και >220mg/dl:

Στις γυναίκες

σε τιμές της Μη-HDL χοληστερίνης < 100mg/dl (2,6 mmol/L) στο 7,7%

σε τιμές της Μη-HDL χοληστερίνης ≥ 220mg/dl (5,7 mmol/L) στο 33, 7%

Στους άνδρες

σε τιμές της Μη-HDL χοληστερίνης < 100mg/dl ( 2,6 mmol/L) στο 12,8%

σε τιμές της Μη-HDL χοληστερίνης ≥ 220mg/dl (5,7 mmol/L) στο 43,6%

Ο συνδυασμός του μεγαλύτερου του προσδόκιμου ζωής και του αυξημένου αριθμού των νέων ατόμων με πολλούς παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου, καθιστούν εξαιρετικά σημαντική την μακροπρόθεσμη εκτίμηση του κινδύνου, διάρκειας άνω των 30 ετών.

Άτομα <45 ετών με επιβαρυντικούς παράγοντες, όπως είναι το μεταβολικό σύνδρομο ή η μεμονωμένη παχυσαρκία, το κάπνισμα, ο διαβήτης, η υπέρταση, η υπερλιπιδαιμία, κτλ.,μπορούν έγκαιρα να εντοπιστούν και να προβούν σε διορθωτικά μέτρα είτε στην διατροφή και στον τρόπο ζωής, είτε με την λήψη φαρμακευτικής αγωγής.

Η χρησιμοποίηση ενός μακροπρόθεσμου δείκτη καρδιαγγειακού κινδύνου, ο οποίος είναι εύχρηστος, αξιόπιστος, χωρίς επιπλέον οικονομική επιβάρυνση, μπορεί να οδηγήσει στην έγκαιρη πρόληψη, ειδικά σε νέους 25-30-35 ετών.

Figure 4Model of long-term cardiovascular disease risk prediction and the benefit of lipid reduction https://els-jbs-prod-cdn.literatumonline.com/cms/attachment/cb26e4ee-9e26-4ec4-be54-b8c378418e53/gr4.jpg

Στοιχεία:

https://www.thelancet.com/journals/lancet/article/PIIS0140-6736(19)32519-X/fulltext

https://care.diabetesjournals.org/content/26/1/240

https://www.eurekalert.org/pub_releases/2019-12/tl-pss_1120519.php

Σχετικά άρθρα